Ένα άρθρο του Δημήτρη Κονιδάρη
Σαν σήμερα, στις 22 Οκτωβρίου 1964, γεννήθηκε στο Σιμπένικ της Γιουγκοσλαβίας (νυν Κροατίας), ο Ντράζεν Πέτροβιτς, ένας από τους, μετρημένους στα δάχτυλα, κορυφαίους μπασκετμπολίστες στην ιστορία της Ευρώπης με αξιοσημείωτο πέρασμα στο ΝΒΑ.
Ο Ντράζεν ήταν μόλις 28 ετών και 8 μηνών στις 7 Ιουνίου 1993 όταν κόπηκε τόσο ξαφνικά το νήμα της ζωής του σε ένα αυτοκινητόδρομο κοντά στο Ντέκεντορφ της Γερμανίας. Ωστόσο, η συνολική καριέρα του ήταν αξιοθαύμαστη με πολλές λαμπρές επιτυχίες σε συλλογικό και εθνικό επίπεδο.
Αρχικά πρέπει να τονίσουμε ότι ο Ντράζεν είχε όλα τα προσόντα και φυσικά τη θέληση για να χαράξει τη διαδρομή που γνωρίζουμε. Το εκπληκτικό ταλέντο του ήταν εξαιρετικά ευδιάκριτο από την παιδική ηλικία αλλά ο Ντράζεν δεν αρκέστηκε σε αυτό και το αξιοποίησε με χιλιάδες ώρες σκληρής προπόνησης είτε σε επίπεδο βελτίωσης της φυσικής κατάστασης είτε σε επίπεδο τεχνικής κατάρτισης.
Ξεκίνησε την επαγγελματική του καριέρα στην ομάδα της γενέτειράς του, την Σιμπένκα, στην οποία παρέμεινε από το 1979 έως το 1983. Με την Σιμπένκα έφτασε στον τελικό του κυπέλλου Κόρατς το 1982 διαδραματίζοντας σημαντικό ρόλο παρόλο που δεν είχε συμπληρώσει τα 18(!!). Το ίδιο συνέβη και την επόμενη χρονιά (1983). Και στους δύο τελικούς η Σιμπένκα ηττήθηκε από την Λιμόζ. Επίσης, το 1983 οδήγησε την Σιμπένκα στην κατάκτηση του Γιουγκοσλαβικού πρωταθλήματος αλλά ο τίτλος αφαιρέθηκε τις επόμενες ημέρες από την Γιουγκοσλαβική ομοσπονδία με τη δικαιολογία των διαιτητικών σφαλμάτων.
Ακολούθησε η στρατιωτική θητεία και το 1984 μεταπήδησε στην πρωταθλήτρια Γιουγκοσλαβίας Τσιμπόνα Ζάγκρεμπ στην οποία παρέμεινε τέσσερα έτη και έγραψε τις σημαντικότερες σελίδες στην ιστορία της ομάδας. Μαζί της κέρδισε δύο συνεχόμενα Κύπελλα Πρωταθλητριών (1985,1986), ένα Κύπελλο Κυπελλούχων (1987), ένα πρωτάθλημα Γιουγκοσλαβίας (1985) και τρία Κύπελλα Γιουγκοσλαβίας (1985,1986,1988) ενώ έπαιξε και σε έναν τελικό κυπέλλου Κόρατς (τρίτο τη τάξει Ευρωπαϊκό κύπελλο) 1988. Ο τελικός του Κυπέλλου Πρωταθλητριών το 1985 διεξήχθη στο Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας απέναντι στην Ρεάλ Μαδρίτης με τον Ντράζεν να μεγαλουργεί σημειώνοντας 36 πόντους ενώ την επόμενη χρονιά (1986) νίκησε την πρωταθλήτρια Σοβιετικής Ένωσης Ζαλγκίρις Κάουνας και το «θαύμα της φύσης» Άρβιντας Σαμπόνις. Την ίδια χρονιά (1986) απώλεσε τον Γιουγκοσλαβικό τίτλο από την Ζαντάρ μετά από μία δραματική σειρά τελικών και τον ίδιο να μην αγωνίζεται σε όλους τους αγώνες, κάτι που στοίχισε, αναμφισβήτητα, στην ομάδα του. Αποτέλεσμα ήταν να μην μπορεί να αγωνιστεί την επόμενη περίοδο (1986-1987) στο Κύπελλο Πρωταθλητριών και να αρκεστεί στο δεύτερο τη τάξει τρόπαιο, το Κύπελλο Κυπελλούχων. Σημειωτέον ότι εκείνη τη μακρινή εποχή μόνο ο πρωταθλητής της χώρας είχε δικαίωμα συμμετοχής στο Κύπελλο Πρωταθλητριών.
Η περίοδος 1988-1989, που ήταν η τελευταία του σε Ευρωπαϊκό σύλλογο, τον βρήκε να αγωνίζεται με τα χρώματα της βασίλισσας Ρεάλ Μαδρίτης με την οποία κατέκτησε το Κύπελλο Ισπανίας αλλά απώλεσε τον πρωτάθλημα από την Μπαρτσελόνα ύστερα από μία αμφίρροπη σειρά αγώνων. Αναμφίβολα όμως αυτό που έμενε στη μνήμη των φίλων της πορτοκαλί μπάλας ήταν ο επικός τελικός του Κυπέλλου Κυπελλούχων Ευρώπης Ρεάλ Μαδρίτης-Σναϊντέρο Καζέρτα 117-113 όπου ο Ντράζεν έδωσε την εντυπωσιακότερη ατομική παράσταση στην ιστορία των Κυπέλλων Ευρώπης σημειώνοντας 62(!!) πόντους κάνοντας ασύλληπτα πράγματα εντός του παρκέ του Σταδίου Ειρήνης και Φιλίας.
Συμπερασματικά, κατά την οκταετία 1981-1989 ο Ντράζεν έπαιξε σε επτά τελικούς Ευρωπαϊκών Κυπέλλων κερδίζοντας τέσσερα τρόπαια. Η μόνη χρονιά που δεν συμμετείχε σε τελικό ήταν το 1983-1984 όταν υπηρετούσε τη στρατιωτική θητεία του. Το επίτευγμα αυτό είναι απίστευτο συνυπολογίζοντας το μεγαλύτερο βαθμό δυσκολίας της εποχής διότι τότε οι καλύτεροι Ευρωπαίοι αγωνίζονταν στη Γηραιά Ήπειρο αφού δεν είχαν ανοίξει ακόμα οι πόρτες του ΝΒΑ.
Εθνική Γιουγκοσλαβίας
Με την Εθνική Γιουγκοσλαβίας είχε, φυσικά, πολλές επιτυχίες. Συμμετείχε ως πρωταγωνιστής στις μικρές ομάδες της Γιουγκοσλαβίας και το 1983, στο Eurobasket της Γαλλίας έπαιξε για πρώτη φορά με την Εθνική ανδρών σε μεγάλη διοργάνωση. Στους Ολυμπιακούς του Λος Άντζελες το 1984 κατέκτησε το χάλκινο μετάλλιο και το 1985 στο Eurobasket της Δ. Γερμανίας ήταν ο πρώτος σκόρερ (σε αριθμό πόντων και όχι σε μέσο όρο) ενώ η Γιουγκοσλαβία απέτυχε παταγωδώς (7η θέση) όντας σε μια μεταβατική περίοδο αφού είχαν αποχωρήσει οι Τσόσις, Κιτσάνοβιτς, Ντελίμπασιτς.
Το καλοκαίρι του 1986 στο Μουντομπάσκετ της Ισπανίας οδήγησε τη χώρα του στο χάλκινο μετάλλιο ενώ έφτασε μια ανάσα από τον τελικό αφού ηττήθηκε στον αξέχαστο ημιτελικό της Μαδρίτης από την Σοβιετική Ένωση. Ο Ντράζεν αναδείχθηκε πολυτιμότερος παίκτης της διοργάνωσης χάρη στις μαγικές του εμφανίσεις. Την επόμενη χρονιά στο Ευρωμπάσκετ της Αθήνας, η Γιουγκοσλαβία πήρε ένα ακόμα χάλκινο μετάλλιο με την Εθνική μας να αναδεικνύεται πρωταθλήτρια Ευρώπης και τον Πέτροβιτς να ηττάται στις προσωπικές μονομαχίες από τον ασυναγώνιστο Νίκο Γκάλη. Την ίδια χρονιά ο Ντράζεν κέρδισε το χρυσό μετάλλιο στην Πανεπιστημιάδα του Ζάγκρεμπ. Την επόμενη, στους Ολυμπιακούς της Σεούλ, πήρε το αργυρό μετάλλιο απέναντι στην Σοβιετική Ένωση του γίγαντα Σαμπόνις και του βιονικού Μαρτσουλιόνις. Όμως, το 1989, στο Ευρωμπάσκετ του Ζάγκρεμπ είχε φτάσει πια το πλήρωμα του χρόνου. Η υπερταλαντούχα Γιουγκοσλαβία καθοδηγούμενη από τον εκπληκτικό Πέτροβιτς πήρε το χρυσό μετάλλιο με τον Ντράζεν να κερδίζει έναν ακόμα τίτλο πολυτιμότερου παίκτη, κονιορτοποιώντας δύο φορές την Εθνική μας.
Στο Μουντομπάσκετ της Αργεντινής (1990) οι φοβεροί Γιουγκοσλάβοι κατέκτησαν τον παγκόσμιο τίτλο με τον Ντράζεν να κάνει έξοχες εμφανίσεις με αποκορύφωμα τον ημιτελικό απέναντι στις ΗΠΑ. Στο Ευρωμπάσκετ της Ρώμης (1991) δεν συμμετείχε ενώ στους Ολυμπιακούς της Βαρκελώνης (1992) αγωνίστηκε με τα χρώματα της Κροατίας (Γιουγκοσλαβικός εμφύλιος γαρ) την οποία οδήγησε στο αργυρό μετάλλιο απέναντι στην κορυφαία ομάδα όλων των εποχών, την ανίκητη dream team (ομάδα όνειρο) των ΗΠΑ με Τζόρνταν, Μπερντ, Μάτζικ. Ειδικά στον τελικό ο Ντράζεν ήταν καταπληκτικός δείχνοντας την απαράμιλλη κλάση του εναντίον μιας ομάδας που ήταν, απλώς, μη αντιμετωπίσιμη.
ΝΒΑ
Το καλοκαίρι του 1989, μετά το θριαμβευτικό Ευρωμπάσκετ του Ζάγκρεμπ, αναχώρησε για τη δυτική πλευρά του Ατλαντικού και το μαγικό κόσμο του ΝΒΑ. Πρέπει να σημειωθεί ότι έως τότε ελάχιστοι Ευρωπαίοι είχαν αγωνιστεί και μάλιστα χωρίς επιτυχία στο πρωτάθλημα των ΗΠΑ. Το 1989 ήταν η πρώτη χρονιά που υπήρξε μαζική μετακίνηση πέντε παικτών στο ΝΒΑ: Μαρτσουλιόνις, Βολκόφ, Ντίβατς, Πάσπαλι με, αναντίρρητα, κορυφαίο όλων τον Ντράζεν. Εκείνη την εποχή και μόνο η είσοδος στο ΝΒΑ θεωρείτο μεγάλη επιτυχία ενώ η αναρρίχηση ενός Ευρωπαίου στους καλύτερους του πρωταθλήματος φάνταζε εξωπραγματική. Είναι αλήθεια ότι τα τελευταία 20 χρόνια με την παρουσία των Νοβίτσκι, Γκασόλ, Πάρκερ, Στογιάκοβιτς, Αντεντοκούνμπο και άλλλων ίσως έχει δημιουργηθεί η εσφαλμένη εντύπωση πως οι Ευρωπαίοι είχαν πάντοτε πρωταγωνιστικό ρόλο στο ΝΒΑ ή ότι είναι εύκολο να διαπρέψει εκεί ένας εκπρόσωπος της Γηραιάς Ηπείρου. Ενδεικτικό είναι ότι από τους πέντε νεοεισελθόντες (στο ΝΒΑ) Ευρωπαίους το 1989, ο Πάσπαλι έφυγε το επόμενο καλοκαίρι ως αποτυχημένος ενώ ο Βολκόφ έπαιξε για τρία χρόνια. Οι Ντίβατς και Μαρτσουλιόνις ακολούθησαν μια επιτυχημένη πορεία δείχνοντας ότι οι Ευρωπαίοι μπορούν να σταθούν με αξιώσεις στο ΝΒΑ αλλά ο Ντράζεν ήταν αυτός που έγινε σταρ.
Η κατάσταση, βεβαίως, τον πρώτο καιρό ήταν εξαιρετικά δύσκολη και προμηνυόταν περισσότερο δυσοίωνη για τον Ντράζεν αφού ο κόουτς των Πόρτλαντ Τρέιλ Μπλέιζερς Ρικ Έιντελμαν τον χρησιμοποιούσε ελάχιστα. Οι αστέρες των Μπλέιζερς Ντρέξλερ και Πόρτερ δεν άφηναν περιθώριο στον Ντράζεν για αρκετή συμμετοχή ενώ η κρατούσα άποψη στο ΝΒΑ ήταν πως όλοι οι Ευρωπαίοι ήταν το πολύ δευτεροκλασάτοι. Ο Ντράζεν όμως ήξερε πολύ καλά ότι μπορούσε να σταθεί στο ΝΒΑ, πίστευε στον εαυτό του, συνέχιζε να προπονείται σκληρά και στις αρχές του 1991 κατάφερε να πάρει μεταγραφή για τους Νιου Τζέρσεϊ Νετς του μεγάλου Μπιλ Φιτς όπου πήρε πολύ περισσότερο χρόνο συμμετοχής. Εκεί έδειξε ότι θα μπορούσε να εξελιχθεί σε χρησιμότατο περιφερειακό, όπερ και εγένετο. Η περίοδος 1991-1992 ήταν πολύ καλή, με μέσο όρο πόντων άνω των 20 ανά αγώνα, με τον Ντράζεν να κερδίζει το μεγάλο στοίχημα. Εντούτοις, η χρονιά της απόλυτης καταξίωσης ήταν η επόμενη (1992-1993) αφού ο Ντράζεν συμπεριλήφθηκε στην τρίτη καλύτερη πεντάδα του πρωταθλήματο (All NBA Third Team), κατόρθωμα που αποκτά ακόμα μεγαλύτερη σημασία να λάβουμε υπ΄ όψιν ότι η θέση του σούτινγκ γκαρντ (θέση του Ντράζεν) στην All NBA First Team ήταν κατειλημμένη από τον κορυφαίο παίκτη όλων των εποχών, τον ανυπέρβλητο Μάικλ Τζόρνταν. Ουσιαστικά ο Ντράζεν ήταν ο πρώτος Ευρωπαίος που έγινε σταρ στο ΝΒΑ ανοίγοντας τα δρόμο και σε άλλους επίδοξους αστέρες. Καταφανώς ήταν ένα κατόρθωμα άνευ προηγουμένου που στη συνέχεια το ακολούθησαν κι άλλοι.
Κληρονομιά
Η παρακαταθήκη και, γενικότερα, η κληρονομιά του Ντράζεν είναι τεράστια. Η περίπτωσή του είναι σπάνια γιατί είχε γίνει εν ζωή θρύλος. Τα επιτεύγματά του ήταν τόσο πολλά και σημαντικά που τον εκτόξευσαν στην κορυφή των Ευρωπαίων καλαθοσφαιριστών και σε μία από τις All star ομάδες στο ΝΒΑ. Υπήρξε ένας πρωτοπόρος που έψαχνε πάντα νέες προκλήσεις. Όταν η Σιμπένκα δεν μπορούσε να τον καλύψει άλλο, μεταπήδησε στην Τσιμπόνα. Με την ομάδα του Ζάγκρεμπ κατέκτησε την κορυφή της Ευρώπης και μετά πήγε στην Βασίλισσα Ρεάλ Μαδρίτης. Εκεί ήταν εκθαμβωτικός και η Ευρώπη έδειχνε πολύ μικρή, πλέον, για την κλάση του. Έτσι, διέβη τον Ρουβίκωνα κάνοντας το ριψοκίνδυνο άλμα προς το ΝΒΑ και δικαιώθηκε παρόλο που είχε να αντιμετωπίσει, ειδικότερα τον πρώτο ενάμιση χρόνο, τρομερά αντίξοες και άδικες συνθήκες. Με την υπομονή του, την επιμονή του, την παροιμιώδη εργατικότητά του και το ξεχωριστό ταλέντο του, κατάφερε κι εκεί, όπως αναφέρθηκε, να φτάσει σε υψηλότατα επίπεδα. Στην τελευταία του συνέντευξη στον Βασίλη Σκουντή, που δημοσιεύτηκε στα ΝΕΑ, στις αρχές Ιουνίου 1993 καθώς και στο περιοδικό ΤΡΙΠΟΝΤΟ της 8ης Ιουνίου 1993, είχε δηλώσει ότι θα ερχόταν στην Ευρώπη και στον Παναθηναϊκό για να είναι μαζί με τον παιδικό του φίλο Στόγιαν Βράνκοβιτς και το μεγάλο Νίκο Γκάλη. Σκοπός του ήταν να κερδίζει διαρκώς και να κατακτήσει ένα ακόμα κύπελλο Πρωταθλητριών (σημερινή Ευρωλίγκα). Δυστυχώς το μοιραίο ατύχημα κόστισε τη ζωή στον Ντράζεν και στέρησε από την Ευρώπη το σπουδαιότερο μπασκετμπολίστα της. Ο Ντράζεν έδειξε στους σύγχρονούς τους και στις επόμενες γενιές ότι πρέπει πάντα να κυνηγούν τις νέες προκλήσεις και να βελτιώνονται. Θα μπορούσε όλα τα χρόνια της ονειρικής καριέρας του να μείνει στην Ευρώπη και να είναι ο αδιαφιλονίκητος βασιλιάς. Ωστόσο, προτίμησε να αγωνιστεί πολύ σκληρότερα για να σταθεί στο ΝΒΑ και, τελικά, τα κατάφερε αποδεικνύοντας ότι «ο τολμών νικά». Με κάθε κίνηση στη σταδιοδρομία του αλλά και με τη συνολική καριέρα του φάνηκε ότι είναι γεννημένος νικητής και ακαταπόνητος αγωνιστής. Αποτέλεσμα της πορείας του ήταν να εξελιχθεί σε σύμβολο και το όνομά του να έχει γραφτεί με χρυσά γράμματα στην παγκόσμια αθλητική ιστορία είτε ως «γιος του διαβόλου» είτε ως «Μότσαρτ του μπάσκετ».